ΔΕΥΤΕΡΑ 24 ΜΑΡΤΙΟΥ ΣΤΙΣ 20Η30
ΔΕΥΤΕΡΑ 24 ΜΑΡΤΙΟΥ ΣΤΙΣ 20Η30
ΔΕΥΤΕΡΑ 24 ΜΑΡΤΙΟΥ ΣΤΙΣ 20Η30
ην ΔΕΥΤΕΡΑ 24 Μαρτίου στις 20Η30 ώρα Ελλάδος στη Λεσχή Βιβλίου θα μιλήσουμε για τα βιβλία του Γιώργου Σκαμπαρδώνη «φάλτσα κεφαλής» και «Περιπολών περί πολλών τυρβάζω». Στη συνάντηση μας θα συμμετάσχει και ο συγγραφέας. Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης είναι από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες διηγηματογράφους, γνωστός για την οξύτητα των παρατηρήσεων, το ιδιαζον χιούμορ και την πλαστικότητα της γραφής του.
Συντονιστής είναι ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου.
ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΑ
TO PODCAST
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΦΙΣΑ ΔΙΑΛΕΞΑΜΕ ΕΝΑΝ ΠΙΝΑΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΕΙΡΑ 1969 ΤΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, γεννημένος το 1953 στη Θεσσαλονίκη, είναι καταξιωμένος πεζογράφος και δημοσιογράφος. Σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Στην επαγγελματική του πορεία, εργάστηκε σε εφημερίδες, ραδιόφωνο και τηλεόραση, ενώ έγραψε σενάρια για τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ. Συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη στο σενάριο της ταινίας "Όλα είναι δρόμος". citeturn0search9
Διετέλεσε πρόεδρος του Δ.Σ. της ΕΡΤ-3 και διηύθυνε την εφημερίδα "Θεσσαλονίκη" και τα περιοδικά "Θ-97" (βραβείο Ιπεκτσί), "Τάμαριξ", "Χίλια Δέντρα" και "Πανσέληνος" (ευρωπαϊκό βραβείο "European Newspaper Design Awards 2000"). citeturn0search5
Ως συγγραφέας, έχει δημοσιεύσει πολλά έργα, όπως:
- "Μάτι φώσφορο, κουμάντο γερό" (1992)
- "Η στενωπός των υφασμάτων" (1992)
- "Πάλι κεντάει ο στρατηγός" (1996)
- "Η ψίχα της μεταλαβιάς" (1998)
- "Γερνάω επιτυχώς" (2000)
- "Ουζερί Τσιτσάνης" (2001)
- "Επί ψύλλου κρεμάμενος" (2003)
- "Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου" (2006)
- "Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας" (2008)
- "Περιπολών περί πολλών τυρβάζω" (2012)
- "Νοέμβριος" (2014)
- "Υπουργός Νύχτας" (2016)
- "Ντεπό" (2017)
- "Λεωφορείο. 19 στάσεις" (2018)
- "Casa Μπιάφρα" (2019)
- "Προσοχή: εποχιακή διέλευση βατράχων" (2021)
- Ήλιος με ξιφολόγχες" (2023)
- "Φάλτσα κεφαλής" (2024)
Το μυθιστόρημά του "Ουζερί Τσιτσάνης" μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 2015 από τον Μανούσο Μανουσάκη.
Έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος (1993) για τη συλλογή "Η στενωπός των υφασμάτων", το Βραβείο Διηγήματος του περιοδικού "Διαβάζω" (2004) για το "Επί ψύλλου κρεμάμενος", το Βραβείο του Ιδρύματος Μπότση (2010) και το Βραβείο "Πέτρος Χάρης" της Ακαδημίας Αθηνών (2012) για το "Περιπολών περί πολλών τυρβάζω".
Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, όπως Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Ολλανδικά, Ουγγρικά, Τσέχικα και Εβραϊκά. Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης συνεχίζει να ζει και να εργάζεται στη Θεσσαλονίκη, προσφέροντας σημαντικό έργο στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία.
ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΤΟ YOUTUBE
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ
Είκοσι έξι διηγήματα που εκπτερώθηκαν την τελευταία τριετία. Ιστορίες αντλημένες από τις διαρκείς ένδον και έξω περιπολίες. Περιπέτειες εμπνευσμένες από τη γενέθλια πόλη και από άλλους τόπους, ελληνικούς, μεταπλασμένες κατά βούληση στο δικό τους, πια, αυτόνομο επέκεινα. Νομίσματα της βρύσης. Εκφωλεύσεις πτηνών. Καταστάσεις της δικής μου ζωής, φίλων, γνωστών και αγνώστων, άλλες που τράφηκαν στις όχθες της φαντασίας ή συμπληρώθηκαν απ' αυτήν κι άλλες που τις ακεραίωσε η ίδια, η σχεδόν υπαρκτή πραγματικότητα. Καημός μες στην καρδούλα μου. Μια προσπάθεια να ορίσω το "ψιλοβρέχει". Σκοτεινός λυρισμός αλλά και ευθυμία και τρέλα και το αναπάντεχο που καραδοκεί πίσω απ' τους θάμνους ως Βιετκόνγκ. Το απίστευτο που είναι πιο οικείο απ' το καθημερινό - έτσι συμβαίνει πάντα, άλλωστε. Θραύσματα από τη σύγχρονη παράνοια αλλά και από την παιδική και την εφηβική ηλικία, σκηνές και άνθρωποι που δεν πέθαναν ποτέ γιατί σημάδεψαν τα πράγματα με πράξεις μοναδικές, κι επανέρχονται - σαν λαγοί που πετάγονται απ' τη δεκαετία του '60, ξαφνικά, τώρα, μπροστά στα φανάρια μου τη νύχτα. Και κοκαλώνω εγώ αντί γι' αυτούς.
Ξαναφτιάχνω ένα Καραμπουρνάκι χωρίς αθωότητα, με την ελπίδα τώρα, λέω, να φαίνεται πιο αθώο και λαμπερό, λόγω της αδαμαντίνης των λέξεων. Ίσως.
Αδικολυμαίνομαι το τώρα και τη μνήμη, που είναι, έτσι κι αλλιώς, αναξιόπιστο όργανο. Συμβαίνει: έρχονται τα αύρια να διώξουν τα σήμερα. Στην ουσία πρόκειται για την αγωνία να πάμε σ' έναν
βαθύτερο οίστρο. Σε νέες παθήσεις φωνηέντων.
Τι μεσολάβησε; Πώς θ' αντέξουμε; Δεν ξέρω.
Είκοσι έξι νέα διηγήματα. Ίσως θέλοντας, κατά βάση, να πετάξω δροσερά καρπούζια στον Κάτω Κόσμο.
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ
Μήνες έψαχνα τίτλο γι’ αυτά τα διηγήματα. Είχα βρει καμιά δεκαριά, όμως κανένας δεν μου άρεσε ιδιαίτερα. Μια μέρα πήγα να βάψω το αυτοκίνητο – ο βαφέας ήταν ένας Ρωσοπόντιος που μιλούσε σπαστά ελληνικά. Μου είπε πως θα χρειαστεί μια βδομάδα να κρατήσει το όχημα για να κάνει τη βαφή. Και συμπλήρωσε γενναιόδωρα: «Θα σου δώσω αυτό το “Seicento” [ένα «FIAT» παλιατζούρα τριακονταετίας] να κυκλοφορείς, να κάνεις τη δουλειά σου μέχρι να τελειώσω». «Και πόσο το πήρες αυτό το “Seicento”;» τον ρωτώ. «Πεντακόσια ευρώ μεταχειρισμένο», μου απαντάει, «αλλά έριξα άλλο ένα χιλιάρικο και του άλλαξα μπουζί, σασμάν, τα πάντα, μέχρι και φάλτσα κεφαλής». Μόλις άκουσα τι είπε, σκέφτομαι: «Αμάν, βρήκα τίτλο». Ο άνθρωπος ήθελε να πει «φλάντζα κεφαλής», όμως λόγω του ότι δεν ήξερε καλά ελληνικά, έκανε το λάθος (που είναι και το σωστό) λέγοντας: «Φάλτσα κεφαλής».
ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ